Οι ευρωεκλογές έχουν πολλές αβεβαιότητες και ελάχιστες βεβαιότητες. Η κεντρική βεβαιότητα είναι πως αποτελούν πεδίο για να εκφραστεί έντονα η ψήφος διαμαρτυρίας. Αυτή θα εκφραστεί με τρεις τρόπους: Πρώτον, με ενίσχυση των τριών μικρότερων κομμάτων. Δεύτερον, με άνοδο απολίτικων δυνάμεων (Πρασίνων) που ευνοούνται διότι είναι μια άγνωστη οντότητα. Τρίτον, με εκτίναξη της αποχής.
Γίνεται, λοιπόν, ορατό ένα παράδοξο: Η βεβαιότητα της ενίσχυσης των πολλαπλών όψεων της ψήφου διαμαρτυρίας προκαλεί ταυτόχρονα διάχυτη αβεβαιότητα για τις ισορροπίες που θα καταγράψουν οι ευρωεκλογές! Αρα η ψήφος διαμαρτυρίας, ως συνολικό ρεύμα, με πολυεπίπεδα χαρακτηριστικά, αποσταθεροποιεί πολυετή δεδομένα: Οπως λ.χ. ότι σε εκλογές κάμψης του δικομματισμού ενισχύονται αισθητά τα μικρότερα κόμματα και όχι «άγνωστες» οντότητες ή εκτινάσσεται η αποχή.
Μια ορατή όψη της ψήφου διαμαρτυρίας αφορά το δικομματισμό και την αναμενόμενη αθροιστική κάμψη του. Αντικειμενικά, το κυβερνών κόμμα θα έπρεπε να είναι ο αποκλειστικός στόχος της ψήφου αυτής. Το εντυπωσιακό δεδομένο είναι πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κινδυνεύει επίσης να πληγεί. Και τούτο διότι, παρά τη φθορά της κυβέρνησης, δύο στους τρεις ψηφοφόρους δεν το θεωρούν έτοιμο να κυβερνήσει.
Πού θα ισορροπήσουν τα αθροιστικά ποσοστά των δύο μεγάλων κομμάτων; Ποια θα είναι η διαφορά που θα τα χωρίσει; Ολα είναι απρόβλεπτα. Οπως άλλωστε και το ποιος θα πληγεί πιο έντονα από την αποχή. Από την άλλη πλευρά, οι «σταθεροί» ψηφοφόροι της Ν.Δ. φαίνεται πιο πιθανό να αποφύγουν την αποχή από τους αντίστοιχους του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, η Ν.Δ. κινδυνεύει από την εντονότερη αποχή των δικών της αναποφάσιστων. Πάντως, όπως έδειξε η GPO, στους ψηφοφόρους που προτίθενται να ψηφίσουν η διαφορά ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ. περιορίζεται στο 2,8%.
Αλλη όψη της ψήφου διαμαρτυρίας αφορά τα μικρότερα κόμματα. Αντικειμενικά, στο παρόν κλίμα, τα κόμματα αυτά θα έπρεπε να πριμοδοτούνται εντυπωσιακά. Ομως, αυτό δεν συμβαίνει. Η άνοδός τους είναι ασθμαίνουσα και ισχνή. Διότι και αυτά γίνονται στόχος των ψηφοφόρων διαμαρτυρίας, που ή προστρέχουν στους ομιχλώδεις (και γι’ αυτό θελκτικούς) Πράσινους ή προτιμούν να αποστασιοποιηθούν μέσω της αποχής! Θα περάσουν οι Πράσινοι το ΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ ή τον ΛΑΟΣ; Αγνωστο. Καθώς η ίδια «χαλαρότητα» που ευνοεί τους Πράσινους δημοσκοπικά, στην κάλπη ίσως να τους αφαιρέσει δυνάμεις μέσω της αποχής.
Αλλη όψη της ψήφου διαμαρτυρίας αφορά τα μικρότερα κόμματα. Αντικειμενικά, στο παρόν κλίμα, τα κόμματα αυτά θα έπρεπε να πριμοδοτούνται εντυπωσιακά. Ομως, αυτό δεν συμβαίνει. Η άνοδός τους είναι ασθμαίνουσα και ισχνή. Διότι και αυτά γίνονται στόχος των ψηφοφόρων διαμαρτυρίας, που ή προστρέχουν στους ομιχλώδεις (και γι’ αυτό θελκτικούς) Πράσινους ή προτιμούν να αποστασιοποιηθούν μέσω της αποχής! Θα περάσουν οι Πράσινοι το ΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ ή τον ΛΑΟΣ; Αγνωστο. Καθώς η ίδια «χαλαρότητα» που ευνοεί τους Πράσινους δημοσκοπικά, στην κάλπη ίσως να τους αφαιρέσει δυνάμεις μέσω της αποχής.
Με δεδομένο ότι η τάση προς Πράσινους και αποχή αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία! (Αναφορικά με το «κόμμα Μάνου», ένα ξαναζεσταμένο προβληματικό πιάτο δεν έχει τύχη).
Η αποχή ως ψήφος διαμαρτυρίας είναι η απόλυτα συνειδητή επιλογή, η «χαλαρή» αποστασιοποίηση από «όλους». Γίνεται λοιπόν φανερό, για πρώτη φορά σε μια εκλογική μάχη (έστω και αντικειμενικά ήσσονος σημασίας), πως η μεταβλητή της αποχής θα αποδειχθεί καθοριστική σε ισορροπίες που είναι ταυτόχρονα ασαφείς και εύθραυστες.
Αρα, με δεδομένες τις πολλαπλές όψεις της ψήφου διαμαρτυρίας, πέραν της καταγραφής κάποιων όντως ορατών τάσεων, το τοπίο παραμένει απολύτως απρόβλεπτο. Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί δημοσκόποι, σε ρόλο αλαζονικού προφήτη, «εκτιμούν» τελικά αποτελέσματα! Ομως στη φάση αυτή του τοπίου, τούτο είναι αντικειμενικά μη αξιόπιστο. Ετσι προστίθεται άλλος ένας παράγοντας σύγχυσης στην ομίχλη που διαμορφώνουν οι πολλές όψεις της ψήφου διαμαρτυρίας.