Η σκηνή στο σχολικό συγκρότημα της Γκράβας, την Πέμπτη το μεσημέρι: Τέσσερις μαθητές και μαθήτριες, αλβανικής και νιγηριανής καταγωγής, συζητούν έξω από την αίθουσα διδασκαλίας με τη δασκάλα τους. «Πήγαμε στην πορεία, αλλά θέλουμε να κάνουμε μάθημα», της λένε σε άψογα ελληνικά. Η απάντηση που παίρνουν τους απογοητεύει: «Αδύνατον». Τα παιδιά αυτά είναι μια άλλη όψη της κρίσης.
Αριστούχα τα περισσότερα, σημαιοφόροι, προερχόμενα από οικογένειες που έζησαν ή και ζουν ακόμα μέσα στα υπόγεια της απόλυτης φτώχειας, έχουν μέσα τους τη σπίθα της διάκρισης. Θέλουν να στεριώσουν σ’ αυτή την καινούργια πατρίδα και πέφτουν με τα μούτρα στο διάβασμα. Και αυτά έζησαν μέσα στη στέρηση. Στέρηση πολύ χειρότερη από των δικών μας παιδιών. Οι μητέρες τους και οι πατέρες τους ήταν οι «υπηρέτες» της ελληνικής κοινωνίας από το 1990 μέχρι σήμερα. Λαντζέρισσες, πλύστρες, καθαρίστριες, εργάτες, κηπουροί, κτίστες. Αυτά τα παιδιά σέβονται την καινούργια πατρίδα τους και θέλουν να διακριθούν, να γίνουν επίλεκτα μέλη της. Να βγουν από το κοινωνικό περιθώριο. Στην επόμενη δεκαετία είμαι σίγουρος ότι θα τα βρούμε μπροστά μας ως διακεκριμένους επιστήμονες.Στα δικά μας παιδιά τώρα: Πρέπει να βρούμε τι τους συμβαίνει αληθινά. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι διαφορετικής τάξεως. Δεν τους λείπουν τα λεφτά. Τους λείπει η στοργή. Επειδή τα έχουν όλα νομίζουν ότι δεν έχουν τίποτα. Νιώθω ότι τα περισσότερα έχουν ένα παράπονο απ’ όλους:
«Δεν ήσουν εκεί όταν σε χρειαζόμουνα». Το παράπονο αυτό το απευθύνουν:
? Στη μητέρα τους και τον πατέρα τους. Στη μεσαία τάξη πολλές φορές οι καριέρες προηγούνται της οικογένειας. Τα πολύωρα «μίτινγκ», «συνέδρια», «δείπνα» υπερισχύουν των οικογενειακών υποχρεώσεων. Τα «παραμελημένα παιδιά», που τρέφονται με πίτσες και μπέργκερ, επειδή οι δικοί τους γυρίζουν αργά στο σπίτι και δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν μαζί τους, δεν είναι λίγα. Στη λαϊκή τάξη πάλι οι καριέρες δεν προηγούνται για τον απλούστατο λόγο ότι ο πατέρας ή η μητέρα είτε είναι άνεργοι είτε καταχρεωμένοι. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες γεννιέται ο θυμός. Αυτή είναι η οργή «νούμερο ένα».
? Το σχολείο που θα μπορούσε να ανοίξει τη φιλόξενη αγκαλιά του και να «λειάνει» αυτά τα προβλήματα δυστυχώς δεν εμπνέει τα παιδιά. Δεν τα εμπνέουν τα σκουριασμένα κτίρια, ο τρόπος που γίνεται το μάθημα, πολλές φορές και οι ίδιοι οι δάσκαλοί τους. Να η οργή «νούμερο δύο».Από κει και πέρα οι οργές δεν έχουν αριθμό. Χάνουμε το μέτρημα. Οταν δύο και τρία πτυχία δεν σου δίνουν δουλειά και βλέπεις όλους τους θεσμούς διαβρωμένους (πολιτικό σύστημα, Εκκλησία, media, Δικαιοσύνη, Αστυνομία), τότε τι μένει στο τέλος;
Ακούς ένα λάθος πυροβολισμό ως τον πυροβολισμό του «αφέτη» και βγαίνεις στο δρόμο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ